Οι ίδιοι οι Βλάχοι στην προφορική τους γλώσσα αυτοπροσδιορίζονται ως Armâńi „Αρμάνοι“ (π.χ. Βλαχοχώρια Γρεβενών, Ασπροπόταμος), Rîmeńi „Ρεμένοι“ (π.χ. Βλάχοι Ακαρνανίας, Θεσπρωτίας, Αλμυρού), Vlahi „Βλάχοι“ (Μέτσοβο, Χαλίκι, Όλυμπος) και Vlaši „Βλάσοι“ (Μογλενά). Όλοι οι προηγούμενοι αυτοπροσδιορίζονται στην ελληνική ως Βλάχοι. Η λόγια ονομασία Αρωμούνοι και τα παράγωγά της αποτελεί την ελληνική μεταφορά των αντίστοιχων τύπων του γερμανικού όρου Aromunen που εισήγαγε ο G. Weigand από τα τέλη του 19ου αι.
Οι ίδιοι οι Βλάχοι στην προφορική τους γλώσσα αυτοπροσδιορίζονται ως Armâńi „Αρμάνοι“ (π.χ. Βλαχοχώρια Γρεβενών, Ασπροπόταμος), Rîmeńi „Ρεμένοι“ (π.χ. Βλάχοι Ακαρνανίας, Θεσπρωτίας, Αλμυρού), Vlahi „Βλάχοι“ (Μέτσοβο, Χαλίκι, Όλυμπος) και Vlaši „Βλάσοι“ (Μογλενά). Όλοι οι...
Η βλαχική γλώσσα, τα βλαχικά, (βλαχ.: αρμανέστι, αρμανεάστι, ρεμενέστι, βλαχέστι και ελλ.: κουτσοβλαχική ή νεολογ. αρωμουνική) παραμένει μέχρι σήμερα προφορική και δεν έχει αποκτήσει μία ενιαία μορφή, κοινά αποδεκτή, από όλες τις ομάδες των βλαχοφώνων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις γύρω Βαλκανικές Χώρες. Τα βλαχικά, σύνολο διαλέκτων μίας μη ομογενοποιημένης και κωδικοποιημένης προφορικής γλώσσας, είναι μία από τις τέσσερις ρομανικές γλώσσες της Βαλκανικής λατινικής. Οι άλλες τρεις: δακορομανική, ιστρορομανική και μεγλενορομανική.
Η βλαχική γλώσσα, τα βλαχικά, (βλαχ.: αρμανέστι, αρμανεάστι, ρεμενέστι, βλαχέστι και ελλ.: κουτσοβλαχική ή νεολογ. αρωμουνική) παραμένει μέχρι σήμερα προφορική και δεν έχει αποκτήσει μία ενιαία μορφή, κοινά αποδεκτή, από όλες τις ομάδες των βλαχοφώνων, τόσο στην Ελλάδα, όσο...
Οι Βλάχοι της Νοτίου Βαλκανικής, γνωστοί από τα τέλη του 19ου αι. και με τη λόγια ονομασία Αρωμούνοι, αποτέλεσαν αντικείμενο ανθρωπολογικών και εθνογραφικών ερευνών εδώ και 150 τουλάχιστον χρόνια. Το βασικό ζητούμενο των περισσότερων μέχρι σήμερα ερευνών αποτέλεσε η απώτερη καταγωγή και η προέλευσή τους. Οι περισσότερες από τις έρευνες αυτές έχουν ως σκοπό τη στήριξη κάποιας προϋπάρχουσας άποψης και είναι στενά συνδεδεμένες με πολιτικές σκοπιμότητες και τις βαλκανικές «εθνικιστικές εξάρσεις», κυρίως με τις ρουμανικές επιδιώξεις και τον ελληνικό αντίλογο καθώς και το νεοπαγή αρμάνικο εθνικισμό σήμερα.
Στο μέτρο που μπορούμε να κρατήσουμε κάποια κοινά χαρακτηριστικά όλων αυτών των κοινοτήτων και των ομάδων που αναπτύχθηκαν με βάση την κτηνοτροφική παραγωγική δραστηριότητα στον ορεινό χώρο της Πίνδου και σε σχέση με τις εγγύς πεδιάδες και τα παράλια που χρησιμοποιούν ως χειμαδιά, αυτά παραπέμπουν στην ιστορική πραγματικότητα της οθωμανικής κυριαρχίας, τη συγκρότηση των ορεινών κοινοτήτων, την οικονομική απογείωση της ημινομαδικής κτηνοτροφίας με κορύφωση την ανάπτυξη σχετικών βιοτεχνικών δραστηριοτήτων και τη μετάβαση ενός σημαντικού τμήματος του πληθυσμού στην εμπορευματική λειτουργία.
Βασικό επίσης γνώρισμα της πολιτισμικής ταυτότητας των Βλάχων είναι η γνώση και η χρήση μίας αναμφισβήτητα προφορικής λατινογενούς γλώσσας με έντονες τις επιρροές της ελληνικής. H γλώσσα αυτή δεν έχει αποκτήσει μέχρι σήμερα μία ενιαία μορφή κοινά αποδεκτή από όλες τις ομάδες των βλαχόφωνων, τόσο στην Ελλάδα, όσο και στις γύρω Βαλκανικές Χώρες. Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με «μία ομάδα διαλέκτων μίας μη κωδικοποιημένης γλώσσας».
Ο πρώτος σημαντικός σταθμός στην ιστορία των βλαχικών πληθυσμών στον ορεινό χώρο της Πίνδου ήταν η συγκρότηση των μητροπολιτικών κοινοτήτων στα τέλη του Μεσαίωνα και η συνακόλουθη οικονομική, κοινωνική και πολιτιστική τους ανάπτυξη με άξονα τη βιοτεχνία και το εμπόριο των μεγάλων αποστάσεων. Ο δεύτερος ήταν, αρχικά, η ίδια η ενσωμάτωση και συμβολή τους στη σύσταση του νεοελληνικού έθνους και στη συνέχεια του νεοελληνικόυ κράτους, μια διαδικασία μακρόσυρτη και σύνθετη. Οι βαλκανικές συνοριακές ανακατατάξεις των αρχών του 20ου αιώνα είχαν σαν αποτέλεσμα την οριστική διάσπαση των διάφορων βλαχικών ομάδων. Σημαντικές αριθμητικά βλαχικές πληθυσμιακές ομάδες ζουν σήμερα στην Κεντρική και Νότια Αλβανία και στη Νοτιοδυτική ΠΓΔΜ. Στη Διασπορά μικρές αριθμητικά ομάδες συναντά κανείς στη Σερβία, στη Βουλγαρία, στην ευρωπαϊκή Τουρκία και στη Δυτική Ευρώπη. Αποτέλεσμα εθελούσιας εξόδου τη δεκαετία του 1930 είνια η αξιόλογη αριθμητικά ομάδα στην περιοχή της Δοβρουτσάς στη Ρουμανία.
Οι προαναφερόμενες βλαχικές συλλογικότητες μετά την οριστική διάσπαση των διάφορων μητροπολιτικών βλαχικών ομάδων έχουν αναπτύξει σήμερα διαφορετικές συλλογικές εθνοτικές και κυρίως εθνικές ταυτότητες. Ο μετασχηματισμός της βλαχικής ταυτότητας με έντονα τα τοπικά χαρακτηριστικά σε εθνική σήμανε για τους Βλάχους ουσιαστικά την ένταξή τους κυρίως στο νέο ελληνικό ή σε κάποιο από τα γειτονικά βαλκανικά έθνη. Πρόκειται για μια σύνθετη ιστορική διαδικασία, η οποία μπορεί να κατανοηθεί και ερμηνευτεί με τα εργαλεία μιας σύγχρονης ανθρωπολογικής θεωρίας του έθνους. Σ’ αυτή τη διαδικασία καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι οικονομικοί και κοινωνικοί μετασχηματισμοί, που οδήγησαν στη δημιουργία αυτών των κοινωνικών στρωμάτων, για τα οποία η ίδια η διαδικασία της μετάβασης ταυτίστηκε με την ένταξή τους στο νεοελληνικό ή άλλο εθνικό κίνημα. Ο ρόλος λοιπόν, των εμπορικών στρωμάτων και μιας ιδιότυπης ελίτ διανοουμένων που προέκυψε από τις παραπάνω διεργασίες εν μέρει και στη Διασπορά (τέλη του 18ου αι.-αρχές του 19ου αι.), ήταν καθοριστικός ως προς τη συγκρότηση κυρίως μιας ελληνικής ή άλλης εθνικής συνείδησης και στα πιο πλατειά στρώματα των βλαχικών κοινωνιών στη συνέχεια. Στη συνέχεια αυτών των εξελίξεων, αν και σε διαφορετικό πλαίσιο, καλλιεργείται σήμερα έξωθεν μία νεοπαγής και αμιγώς πολιτική άποψη, πως οι Βλάχοι θα πρέπει να θεωρούνται και να αντιμετωπίζονται ως μια «ξεχωριστή» κι «ανεξάρτητη» «εθνική» ομάδα διάσπαρτη στα Βαλκάνια.
Οι Βλάχοι της Νοτίου Βαλκανικής, γνωστοί από τα τέλη του 19ου αι. και με τη λόγια ονομασία Αρωμούνοι, αποτέλεσαν αντικείμενο ανθρωπολογικών και εθνογραφικών ερευνών εδώ και 150 τουλάχιστον χρόνια. Το βασικό ζητούμενο των περισσότερων μέχρι σήμερα ερευνών αποτέλεσε η...
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση κι η διεθνοποίηση της κοινωνίας θέτουν με τρόπο επιτακτικό το πρόβλημα της επιβίωσης των τοπικών πολιτισμών. Οι βλαχικές/αρωμουνικές πολιτισμικές πραγματικότητες φέρουν τα διακριτικά γνωρίσματα της τυπολογίας τοπικού πολιτιστικού συστήματος. Οι αρχικοί φορείς της, οι αγροτοκτηνοτροφικές κοινότητες της υπαίθρου, συρρικνώνονται σήμερα ολοένα και περισσότερο βάσει του οικονομικού σχεδιασμού της Ένωσης ενισχύοντας έτσι το κύμα αστικοποίησης, οι απαρχές της οποίας χρονολογούνται αμέσως μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, με αποτέλεσμα βαθιά ρήγματα στις κοινωνικές δομές και στα πολιτισμικά συστήματα της περιφέρειας. Σήμερα δοκιμάζεται η βιωσιμότητα της βλαχικής/αρωμουνικής πολιτισμικής κληρονομιάς και ταυτότητας καθώς έχουν εξασθενίσει οι κοινωνικοί πυρήνες συντήρησης των τοπικών πολιτισμών. Να σημειώσουμε εδώ, ότι ο πολιτισμός δεν νοείται ως ένα περίκλειστο και συνεκτικό σύνολο αλλά ως μια ανοιχτή δυναμική διαδικασία και πρακτική. Υπ’ αυτή την έννοια γίνεται κατανοητό ότι η όποια βλαχική πολιτισμική παράδοση δεν είναι στατική. Η προσέγγιση της βλαχικής πολιτισμικής ταυτότητας επιτρέπει μια δυναμική και ιστορική ματιά που δίνει χώρο τόσο στη δυνατότητα του μετασχηματισμού των ταυτοτήτων όσο και σ’ εκείνη της επινόησης παραδόσεων. Από τα όσα εκτέθηκαν γίνεται αντιληπτό ότι το γεγονός αυτό έχει ως συνέπεια να δοκιμάζονται ιδιαίτερα όχι μόνο η μελλοντική προοπτική της όποιας βλαχικής πολιτισμικής ταυτότητας, όσο κυρίως, οι μέθοδοι προσέγγισής της κι οι μεθοδεύσεις όσων ενασχολούνται με αυτή με γνώμονα τη διάσωσή της.
Η διάσωση και διεπιστημονική προσέγγιση των τεκμηρίων της ιστορικής μνήμης θεωρείται απαραίτητη προϋπόθεση κατανόησης της ιστορίας και της διαδικασίας αυτογνωσίας της όποιας βλαχικής πληθυσμιακής συλλογικότητας. Η καταγραφή, μελέτη και προβολή τους εξυπηρετεί την επίτευξη αυτού του στόχου με τη χρήση των νέων τεχνολογιών, των συστημάτων πολιτισμικής τεκμηρίωσης και διασύνδεσης του ψηφιακού πολιτισμικού αποθέματος.
Η ανάγκη πραγμάτωσης των παραπάνω ενθάρρυνε στη δημιουργία της διαδικτυακής πύλης του Ιδρύματος Εγνατία Ηπείρου, όπου παρουσιάζεται το καταρχήν ψηφιοποιημένο και το εκπαιδευτικό υλικό του Ιδρύματος. Αυτό τίθεται στη διάθεση όσων ενδιαφέρονται για διεπιστημονική ενασχόληση με τα βλαχικά πράγματα αλλά και όλων των ενδιαφερομένων αναγνωστών. Η δημιουργία και λειτουργία της διαδραστικής πύλης του Ιδρύματος συμβάλλει πέρα από την την καταγραφή, τεκμηρίωση και πληροφόρηση περί της θεματολογίας σχετικά με τους Βλάχους και στη διεπιστημονική έρευνα και τεκμηριωμένη συζήτηση αναφορικά με αυτούς.
Βασικός σκοπός της προσπάθειας του Ιδρύματος είναι η προώθηση γνήσιου και αμερόληπτου ενδιαφέροντος για τη βλαχική/αρωμουνική θεματολογία. Γι’ αυτό και ανάμεσα στους πρώτους στόχους κρίθηκε επιβεβλημένη η δημιουργία ηλεκτρονικής βιβλιοθήκης και αρχείου, όπου θα καταγραφεί και θα συγκεντρωθεί ο μέγιστος δυνατόν όγκος της ελληνικής και ξένης βιβλιογραφίας περί Βλάχων/Αρωμούνων, (βιβλία, περιοδικές εκδόσεις κ.λπ.). Παράλληλα εξελίσσεται η συλλογή και δημιουργία αρχείου εγγράφων, (ιστορικά, διπλωματικά προσωπικά, οικογενειακά κ.λπ. αρχεία), όπως και η συλλογή ηχητικού και οπτικού υλικού, το οποίο στην ψηφιοποιιημένη του μορφή θα εμπλουτίζει συνεχώς τη βάση δεδομένων. Η θεματολογία της βιβλιοθήκης και του αρχείου επεκτείνεται πέρα από το χώρο της ιστορίας στους χώρους της γλωσσολογίας, της λαογραφίας, της ανθρωπολογίας, των κοινωνικών, οικονομικών και πολιτικών επιστημών.
Επόμενος στόχος της πύλης του Ιδρύματος είναι η προώθηση της έρευνας και της μελέτης, καθώς αυτή θα έχει το χαρακτήρα ενός ανοιχτού και φιλόξενου χώρου εργασίας τόσο για ερευνητές όσο και για απλούς ενδιαφερόμενους. Το πρόγραμμα διαδραστικής τηλεκπαίδευσης είναι ξεχωριστής σημασίας και δίνει τη δυνατότητα για διαδικτυακή συνεργασία ανάμεσα σε ακαδημαϊκούς φορείς, όπως πανεπιστήμια και άλλα επιστημονικά ιδρύματα, αλλά και μεμονωμένους ερευνητές για την προώθηση και την παραγωγή σύγχρονου επιστημονικού έργου με αντικείμενο τους Βλάχους/Αρωμούνους και την ταυτόχρονη παρακολούθηση και συμμετοχή στις σχετικές δράσεις από τους ενδιαφερομένους όπου γης.
Η προαγωγή της επιστημονικής μελέτης και έρευνας κι η διάχυση της προερχόμενης απ’ αυτές γνώσης θα συμβάλλει επίσης και στην επικοινωνία μεταξύ των διαφορετικών βλαχικών συλλογικοτήτων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη, ενισχύοντας την αλληλοκατανόηση, το σεβασμό των πολλαπλών και διαφορετικών ταυτοτήτων τους και την ειρηνική τους συνύπαρξη στο ενιαίο ευρωπαϊκό περιβάλλον.
Η διαδικτυακή πύλη παρουσίασης του ψηφιοποιημένου υλικού του Ιδρύματος Εγνατία Ηπείρου για τους Βλάχους της Νοτίου Βαλκανικής καλύπτει σημαντικό πεδίο ανοικτό για διεπιστημονικές παρεμβάσεις. Η πύλη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί το ζωντανό βλαχικό εργαστήρι στο χώρο του κυβερνοχώρου καθώς αξιοποιεί τις διαδραστικές δυνατότητες των νέων τεχνολογιών ώστε να βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με το διαμορφωμένο φυσικό και το υπόλοιπο ανθρωπογενές βλαχικό περιβάλλον. Κάτι τέτοιο θα συμβάλλει στην ανάδειξη και διάσωση της βλαχικής πολιτισμικής κληρονομιάς, θα αναδείξει τους όρους συγκρότησης διαχρονικά των πολλαπλών βλαχικών ταυτοτήτων και τις ίδιες, προσδίδοντάς τους ταυτόχρονα ευρύτητα ακτινοβολίας.
Η ευρωπαϊκή ενοποίηση κι η διεθνοποίηση της κοινωνίας θέτουν με τρόπο επιτακτικό το πρόβλημα της επιβίωσης των τοπικών πολιτισμών. Οι βλαχικές/αρωμουνικές πολιτισμικές πραγματικότητες φέρουν τα διακριτικά γνωρίσματα της τυπολογίας τοπικού πολιτιστικού...